Ο κώδικας δεοντολογίας πιστοποιημένων εκτιμητών έχει ως
Σκοπό
- τη διασφάλιση του κύρους του επαγγέλματος του πιστοποιημένου εκτιμητή
- τη διαρκή αναβάθμιση του καθώς και
- τη δημιουργία ομοιόμορφων κανόνων συμπεριφοράς των πιστοποιημένων εκτιμητών
Στόχο
τη διασφάλιση της ποιότητας και διαφάνειας των παρεχόμενων από τους πιστοποιημένους εκτιμητές υπηρεσιών και την εγγύηση της καλής εκτέλεσης από τους πιστοποιημένους εκτιμητές του έργου που αναλαμβάνουν.
Η μη τήρηση των κανόνων αυτών από τους πιστοποιημένους εκτιμητές έχει ως συνέπεια την πειθαρχική ευθύνη τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου.
Ο κώδικας δεοντολογίας πιστοποιημένων εκτιμητών, εφαρμόζεται σε όλους τους πιστοποιημένους εκτιμητές, ήτοι σε όσους έχουν πιστοποιηθεί και εγγραφεί στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών του Υπουργείου Οικονομικών.
Ανεξαρτησία – Εμπιστοσύνη και Ηθική Ακεραιότητα – Απόρρητο – Ασυμβίβαστα
Οι πιστοποιημένοι εκτιμητές οφείλουν:
(α) Να τηρούν απαρέγκλιτα τους νόμους του Κράτους, τα Ευρωπαϊκά ή Διεθνή εκτιμητικά πρότυπα και τον παρόντα Κώδικα Δεοντολογίας.
(β) Να ασκούν το επάγγελμά τους και να παρέχουν τις υπηρεσίες τους, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης.
(γ) Να παρέχουν τις υπηρεσίες τους με ευσυνειδησία, ακεραιότητα, αντικειμενικότητα και εντιμότητα.
(δ) Να περιφρουρούν την τιμή και αξιοπρέπεια του επαγγέλματος και να αποφεύγουν συμπεριφορές, που δεν συνάδουν με το επιστημονικό ήθος του επαγγέλματος.
(ε) Να διαφυλάσσουν την ανεξαρτησία τους απέναντι σε κάθε τρίτο και ιδιαίτερα απέναντι στον εντολέα τους.
(στ) Να καταβάλλουν τη μέγιστη δυνατή επιμέλεια κατά την παροχή εκτιμητικών υπηρεσιών.
(ζ) Να συλλέγουν και να αξιολογούν τα απαραίτητα σε αυτούς στοιχεία και να συντάσσουν τις εκθέσεις εκτιμήσεως αυτοπροσώπως.
(η) Να ενημερώνονται διαρκώς και να επιμορφώνονται στο επαγγελματικό τους αντικείμενο, συμμετέχοντας σε συνέδρια και παρακολουθώντας σεμινάρια και ημερίδες διάρκειας τουλάχιστον 20 ωρών ετησίως.
(θ) Να απέχουν από την ανάληψη υποθέσεων που βρίσκονται πέραν του γνωστικού αντικειμένου και της εμπειρίας τους.
(ι) Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, να επιδεικνύουν εντιμότητα και να μην αποδέχονται άμεσα ή έμμεσα πάσης φύσεως ανταλλάγματα για την εκτέλεση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
(ια) Με κάθε τρόπο να καλλιεργούν το αίσθημα εμπιστοσύνης των εντολέων τους και να αποφεύγουν κάθε ενέργεια που θέτει σε αμφιβολία την εντιμότητα, την προσήλωση στο καθήκον ή την ηθική ακεραιότητά τους.
(ιβ) Να είναι εχέμυθοι και να μην παραβιάζουν το επαγγελματικό τους απόρρητο.
(ιγ) Να δηλώνουν κώλυμα και να μη συμμετέχουν στη διαδικασία εκτίμησης ιδίων περιουσιακών στοιχείων, καθώς και των περιουσιακών στοιχείων συγγενών τους ή τρίτων με τους οποίους σχετίζονται με ιδιαίτερο τρόπο.
(ιδ) Να μη μεταχειρίζονται αθέμιτα μέσα προβολής τους.
(ιε) Να είναι αντικειμενικοί και να εκφέρουν γνώμη σε θέματα της επιστήμης τους με υπευθυνότητα, στηριζόμενοι στις επιστημονικές γνώσεις τους και την ειλικρινή τους πεποίθηση.
(ιστ) Να φέρονται με ευγένεια και σεβασμό σε πελάτες, πιθανούς πελάτες και κάθε άλλο άτομο ανεξάρτητα από το φύλο, την ηλικία, τη φυλετική ή εθνική καταγωγή του, τη θρησκεία, τον γενετήσιο προσανατολισμό, τις πολιτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή αναπηρίες του.
Ο κώδικας δεοντολογίας εκτιμητών, ορίζει τις σχέσεις μεταξύ εκτιμητών και εντολέων.
Κώδικας Δεοντολογίας Πιστοποιημένων Εκτιμητών (ΦΕΚ 1147Β’/13-5-2013) Άρθρο3– Σχέσεις με εντολείς
- Οι πιστοποιημένοι εκτιμητές, σύμφωνα με τον κώδικα δεοντολογίας εκτιμητών, οφείλουν να εκτελούν τις ανατιθέμενες σε αυτούς εκτιμητικές εργασίες με τρόπο που να επιτυγχάνεται κατά το δυνατό άρτιο, ταχύ και ολοκληρωμένο αποτέλεσμα.
- Σε σχέση με τους εντολείς τους, οι πιστοποιημένοι εκτιμητές οφείλουν:
(α) Να αποφεύγουν την ανάπτυξη ιδιαιτέρων σχέσεων με τους εντολείς τους, οι οποίες ενδεχομένως δυσχεραίνουν την εκτέλεση του έργου τους.
(β) Να υποστηρίζουν τα νόμιμα συμφέροντα του εντολέα τους και να εκπληρώνουν πιστά, με επιμέλεια και αντικειμενικότητα τις υποχρεώσεις τους προς αυτούς.
(γ) Να είναι ευγενείς πρόθυμοι και εξυπηρετικοί έναντι των εντολέων τους.
(δ) Να σέβονται το απόρρητο των πληροφοριών που σχετίζονται με τον εντολέα τους.
(ε) Να ενημερώνουν τον εντολέα τους, αναφορικά με τη φύση και το αντικείμενο της ανατιθέμενης εργασίας με σαφήνεια, ώστε να λαμβάνει αποφάσεις κατέχοντας την μέγιστη δυνατή πληροφόρηση.
(στ) Να συμφωνούν εκ των προτέρων την αμοιβή τους και να αποδέχονται μόνο έγγραφη ανάθεση έργου, στην οποία να αναφέρεται η αμοιβή τους, ο σκοπός καθώς και το αντικείμενο της εκτίμησης.
(ζ) Να εξηγούν με σαφήνεια και διαφάνεια την αμοιβή τους, συμπεριλαμβανομένης κάθε είδους χρέωσης και προμήθειας.
(η) Να μην αποδέχονται την ανάθεση εργασίας εάν κρίνουν ότι δεν κατέχουν τον απαιτούμενο βαθμό ειδίκευσης και πείρας καθώς και εάν έχουν συγγενική ή άλλη οικονομική σχέση ή συμφέροντα με τους εντολείς τους, που μπορεί να επηρεάσει την κρίση τους.
(θ) Να τηρούν αρχείο παραπόνων των εντολέων τους ή οποιουδήποτε άλλου, καθώς και τις απαντήσεις σε αυτά, οι οποίες οφείλουν να γίνονται με κατάλληλο και επαγγελματικό τρόπο και με στόχο την επίλυση του ζητήματος στο βαθμό που είναι εφικτό.
(ι) Να μην προσφέρουν ή αποδέχονται δώρα, φιλοξενία ή προμήθειες που μπορεί να επηρεάσουν το έργο τους και να οδηγήσουν σε ακατάλληλες και μη επαγγελματικές υποχρεώσεις.
(ια) Να λαμβάνουν υπόψη τους την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος κατά την λήψη αποφάσεων και την παροχή συμβουλών.
Πηγή: Θέσπιση Κώδικα Δεοντολογίας Πιστοποιημένων Εκτιμητών (ΦΕΚ 1147Β΄/13-5-2013)
Παρακαλώ μπορώ να έχω την διευκρίνηση σας εάν οι Δικαστικές αποφάσεις είτε του πρωτοδικείου είτε του Εφετείου λαμβάνονται υπόψηή οχι απο τον Πιστοποιημένο Εκτιμητή. Και στην περίπτωση που δεν λαμβάνονται υπόψη, βάσει ποιου άρθρου των Ευρωπαϊκών ή των Διεθνών εκτιμητικών προτύπων εδράζεται;.
Το ερώτημα που θέτετε είναι αρκετά περίπλοκο για να απαντηθεί γενικά ως κανόνας. Θα πρέπει να διευκρινιστούν ειδικές λεπτομέρειες για μεμονωμένη υπόθεση, ώστε να μπορεί να δοθεί μια σαφής απάντηση στο ερώτημα μας. Λόγου χάρη δεν αναφέρεται τι είδους αξία εκτιμά ο εκτιμητής, ποιος είναι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ της δικαστικής απόφασης και του χρόνου της εκτίμησης κλπ. Γενικά πάντως μπορούμε να πούμε ότι ένας εκτιμητής λαμβάνει όλα τα διαθεσιμα στοιχεία υπόψην του για μια εκτιμηση. Σαφώς όμως δεν είναι υποχρεωμένος να τα υιοθετήσει και στην εκτιμηση του, αρκεί να μπορεί να αιτιολογήσει το λόγο που συνέβη αυτό. Μια δικαστική απόφαση παρόλα αυτά είναι ένα ισχυρό τεκμήριο και μπορεί να έχει ξεχωριστή βαρύτητα σε σχέση με άλλα διαθεσιμα στοιχεία. Ένα σημαντικό κομμάτι της δουλειάς ενός εκτιμητή είναι να μπορεί να αξιολογεί ολα τα στοιχεία που έχει στη διάθεση του προκειμένου να καταληξει με αντικειμενικό τρόπο και σύμφωνα με τους κανόνες τις τέχνης και της επιστήμης στο συμπέρασμα της μελέτης του. Τέλος να σας υπενθυμίσω ότι δυο εκτιμητές μπορεί να έχουν σύμπνοια απόψεων, αλλά και τελείως διαφορετική άποψη για την προσέγγιση της μελέτης που εκπονούν.